παραστοχάζομαι

παραστοχάζομαι
παραστοχάζομαι
aim at
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παραστοχάζομαι — Α 1. (μτβ.) προσπαθώ να επιτύχω κάτι, σκοπεύω, αποβλέπω σε κάτι («παραστοχάζομαι τής συντομίας», Σέξτ. Εμπ.) 2. (αμτβ.) τιμώ, υπολογίζω, εκτιμώ 3. βγαίνω έξω από τον στόχο μου, αποτυγχάνω …   Dictionary of Greek

  • παραστοχάσομαι — παραστοχάζομαι aim at aor subj mp 1st sg (epic) παραστοχάζομαι aim at fut ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραστοχαζόμενος — παραστοχάζομαι aim at pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραστοχασάμενοι — παραστοχάζομαι aim at aor part mp masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραστοχασάμενος — παραστοχάζομαι aim at aor part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραστοχάζεσθαι — παραστοχάζομαι aim at pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”